Ήδη μας λείπουν..

Το post στάλθηκε από την Φρόσω Π. & το Νώντα Ζ.
  • τα Προφιτερόλ του INCI,
  • οι μυρωδιές στην Αγορά των Μπαχαρικών,
  • τα χρώματα και τα παζάρια στη Μεγάλη Αγορά,
  • η μεγαλοπρέπεια των αξιοθέατων,
  • η περιποίηση των "χαμαμτζήδων",
  • η ευγένεια των Τούρκων στην Πλατεία Ταξίμ
  • και ένα σωρό άλλα πράγματα που δε χωράνε να τα γράψουμε...
Πρόκειται για ανεπανάληπτη εμπειρία και μου φαίνεται ότι θα ξανάρθουμε σύντομα. Ευχαριστούμε πάρα πολύ για όλα και ελπίζουμε να ξανασυναντηθούν τα χνάρια μας στο ευλογημένο και προνομιούχο αυτό μέρος της Γης!



ΥΓ: Το ξέρω ότι αργήσαμε να σου γράψουμε, αλλά ποτέ δεν είναι αργά!!! Περάσαμε υπέροχα στην Πόλη και γνωρίσαμε διάφορα μυστικά αυτού του μαγευτικού και μοναδικού τόπου έχοντας βέβαια και τη δική σου καθοδήγηση.

Μπορείτε να δείτε τις φώτος σε καλύτερη ανάλυση εδώ

Κόνα-Αννίκα, θα ζήσω;

Αν και οι γιατροί δεν ήταν λιγοστοί στα χρόνια της Λωξάντρας, τα μαντζούνια και τα φίλτρα συναντώνταν σε ημερήσια διάταξη; Βέβαια, η Λωξάντρα..



"..φοβότανε τα γιατροσόφια της κόνα-Αννίκας, της πλάτρας (μεσίτρας). Τα σιχαίνουνταν. Πράματα ήτανε εκείνα να μήν τα σιχαθείς;



Από κατρουλιό αρσενικού παιδιού έκανε η κόνα-Αννίκα γιατρικό για τις χιονίστρες και για τα σκασίματα των χεριών. Από σκυλοκούραδο έκανε σκονάκια για το βήχα, και τα φυσούσε μέσα στο λάρυγγα με καλαμάκι. Από ψόφια ποντίκια και λάδι έκανε ποντικαλοιφή. Μέσα στο καύκαλο του μυδιού έκανε τρεμπεντιναλοιφή, καλλυντικό για το πρόσωπο. Έκοβε το σιριλίκι (ίκτερο), γήτευε την ιλαρά, σήκωνε τον αφαλό...και τί δεν έκανε η αδικιωρισμένη, αλλά η Λωξάντρα τη σιχαίνουνταν."

Οι Τουλουμπατζήδες

Ένα από τα επαγγέλματα/υπηρεσίες της εποχής της Λωξάντρας που έχει εκλείψει εδώ και πολλά-πολλά χρόνια από την καθημερινότητα της Πόλης είναι ο Τουλουμπατζής:



"Οι τουλουμπατζήδες ήτανε τα παλικάρια, οι νταήδες του μαχαλά. Κάτι βαρβάτοι μαντράχαλοι, με βυσσινιά αψηλά φέσια, στραβά βαλμένα πάνω στη λαδωμένη μπούκλα, μ' ένα λουλούδι πίσω απ' τ' αυτί και με τη φτέρνα δυό δάχτυλα έξω απ΄το πατημένο γεμενί. Καθότανε οι τουλουμπατζήδες απ' το πρωί ως το βράδυ μέσα στο Κουβούσι τους, δηλαδή στο Κέντρο τους, και περιμένανε να γίνει καμιά μετακόμιση, ή να τινάξει κανείς τα χαλιά του, ή να γίνει καμιά πυρκαγιά για να βγάλουνε καμιά δεκάρα. Το Πάσχα και τα Χριστούγεννα βγάζανε δίσκο στο μαχαλά και μάζευαν παχιά μπαχτσίσια, γιατί ο κόσμος είχε την ανάγκη τους.



Οπουδήποτε και αν άρχιζε φωτιά, τρέχανε όλοι οι τουλουμπατζήδες. Φορτώνανε στην πλάτη τους μιά μικρή τουλούμπα (=τρόμπα, αντλία), και με το ρεΐζη, δηλαδή τον αρχηγό τους επικεφαλής, τρέχανε ξιπόλυτοι, με τα βρακιά πάνω απ' το γόνατο, βαστώντας δάδες στα χέρια και φωνάζοντας: "Βάρντα-α-α-α!" και αν δεν έκανες πέρα σε τσαλαπατούσανε.


Οι πρώτες επικουρίες ερχότανε απ' τις γειτονικές συνοικίες, και όσο έκαιε η φωτιά, τόσο περισσότερες υδραντλίες μαζευόντανε, τόσο μεγαλύτερος ήταν ο σαματάς, τόσο λιγόστευε το νερό. Και στο μεταξύ καιόντανε τα ξύλινα τα σπίτια (γιατί σχεδόν όλα τα σπίτια ήταν ξύλινα), καιότανε σα δαδιά μέσα στα θεόστενα σοκάκια."

Να πω καμήλα τη γυναίκα;

Σε μια Πόλη γεμάτη με κάθε λογής εθνικότητες, ήταν λογικό να συμβαίνουν που και που κάποιες παρεξηγήσεις:

"Αυτή τη νύφη τη λέγανε Καμίλλη, μα η Λωξάντρα ποτέ «καμήλα» δεν την είπε τη γυναίκα. Τη φώναζε «ψίστ», τη φώναζε «καλέ». Στα πεταχτά καμιά φορά την έλεγε και «μωρή», αλλά «καμήλα» δεν πήγε το στόμα της να τη φωνάξει.

Και ο Θεόδωρος και ο Δημητρός εξήγησαν στη Λωξάντρα πώς στα γαλλικά Καμίλλη, δε θα πεί καμήλα.



-Το κατάλαβες;
-Το κατάλαβα.
-Τότε γιατί δεν τη φωνάζεις με τ'ονομά της;

Στέκουνταν η Λωξάντρα συλλογισμένη και τους κοίταζε και ξαφνικά ξεφώνιζε:

-Καλέ τρελαθήκατε πού θα την πώ καμήλα τη γυναίκα; Γιατί; Τί μ' έκανε; Μ' έκανε τίποτα;
Και κείνοι άρχιζαν πάλε να εξηγούνε απ' την αρχή.
-Το κατάλαβες τώρα;
-Καλέ το κατάλαβα, σας λένε. Τόσο ζώο είμαι και δεν μπορώ να καταλάβω τόσο πράμα; Μα στα καλά καθούμενα να πιάσω να τη πώ καμήλα; Αυτό το πράμα γένεται;"

Μπερεκέτι!

Το βράδυ μετά το συνοικέσιο που του έκαναν με τη Λωξάντρα, ο Δημητρός την είδε στο όνειρο του:

"Και στο αριστερό της χέρι, λέει, κρατούσε το κέρας της Αμαλθείας, απ' όπου χύνουνταν και πλημμύριζαν τον κόσμο καρποί ξεροί και φρέσκοι, πιατέλες με μπούτια χοιρινά, αρμαθιές από τσίρους και παστουρμάδες, στακοί, καλκάνια και μύδια τσακιστά...αμάν! Τί όνειρο ήταν αυτό;
Μπερεκέτι. Μεγάλο Μπερεκέτι!



Μουχαλεμπί και γκιούλ σερμπέτ ο αναστεναγμός σου
και του Χατζή Μπεκίρ λοκούμ ο τρυφερός λαιμός σου.
Ο κάθε λόγος σου γλυκός, σαν ραβανί αφράτος,
και σαν Αιβάν-Σεράι λοκμάς με μέλι μυρωδάτος."

Το θάμπωμα του Δημητρού

Μεγάλη εντύπωση έκανε η Πόλη στο Δημητρό (σύζυγος της Λωξάντρας), σαν τον στείλανε δεκαεφτά χρονών,
"στο σπίτι της θείας Ειρήνης, για να σπουδάσει το παιδί, μια και είχε τέτοια κλίση στα γράμματα.

Θαμπώθηκαν τα μάτια του Δημητρού σαν έφτασε στην Πόλη.
Στην ωραία Επτάλοφο.
«Χαίρε, Κωνσταντινούπολις, των πόλεων η βασιλίς.»



Ξαπλωμένη πάνω σε δυό ηπείρους,
ανοίγει η Πόλη τα στήθια της στο βοριά της Μαύρης Θάλασσας από τη μιά μεριά και στη νοτιά του Μαρμαρά από την άλλη.


Γιουρούσι λες και κάνουνε τα δυό αντίθετα ρεύματα για να την κατακτήσουνε. Παλεύει η Δύση με την Ανατολή και τη διεκδικούνε και αφρίζουνε και κλωθογυρίζουνε μπροστά στην πούντα του Σαράι Μπουρνού, στα πόδια της Αγιά-Σοφιάς μεσ’ στην καρδιά της Πόλης.




Πώς να μη γίνει ο Δημητρός ποιητής, πώς να μη γίνει ρομαντικός!"

Όντως, είναι σχεδόν ακατόρθωτο να μείνεις ασυγκίνητος και να μην παρασυρθείς στο πλέξιμο έστω και δυο στίχων στις όχθες αυτές της Πόλης.

Η Πόλη της Λωξάντρας

Πέρα από κάποιες ασπρόμαυρες παιδικές αναμνήσεις της τηλεοπτικής σειράς, δεν είχα διαβάσει μέχρι πρότινος τη Λωξάντρα της Μαρίας Ιορδανίδου.



Ενθουσιάστηκα!
Δεν ξέρω τι εντύπωση κάνει σε κάποιον που δεν έχει επισκεφτεί την Πόλη, αλλά εμένα με ταρακούνησε. Τόσο με τις μυρωδιές, τις εικόνες και τις συνήθειες της Λωξάντρας και της οικογένειάς της, που κρατήθηκαν αναλλοίωτες όλα αυτά τα χρόνια, όσο και με όλα εκείνα που ο χρόνος τα πήρε μαζί στο πέρασμά του, αφήνοντάς τα ζωντανά, μόνο στις γλαφυρές περιγραφές της συγγραφέα.

Στην κατηγορία "Η Πόλη της Λωξάντρας", θα βρείτε posts με αποσπάσματα από το βιβλίο της Ιορδανίδου, που ίσως σας κάνουν να το (ξανά-)διαβάσετε.
Related Posts with Thumbnails